23 Μαρ 2010

Η κρίση αναδεικνύει τη σημασία των κινημάτων

Αναδημοσιεύω το κείμενο του Ευκλείδη Τσαλακωτού όπως δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Ελευθεροτυπία, την Κυριακή 7 Μαρτίου 2010, με το οποίο και συμφωνώ. Τα κινήματα στις μέρες μας έχουν χάσει τον προορισμό τους κι αυτή είναι η αισιόδοξη πλευρά του ζητήματος. Γιατί η πιο ρεαλιστική άποψη είναι πως απλά έχουν αλλάξει προορισμό. Όπως στην πολιτική σκηνή σπανίζουν οι άνθρωποι που πραγματικά νοιάζονται για τα κοινά περισσότερο από το προσωπικό τους συμφέρον, αντίστοιχη φιλοσοφία έχει αρχίσει εδώ και καιρό να κυριαρχεί και στα συνδικαλιστικά.

Μπορεί κάποιος να μου απαντήσει στην εξής απλή ερώτηση; Ο κομματικός συνδικαλισμός ποιανού τα συμφέροντα υπερασπίζει, του κόμματος ή της ομάδας που εκπροσωπεί; Κι όταν τα συμφέροντα των δύο αυτών πλευρών είναι αντικρουόμενα, ποια γραμμή ακολουθείται; Αλλά το σημαντικότερο από όλα τα ερωτήματα είναι... Οι ομάδες των ανθρώπων που αποφασίζουν να συνδικαλιστούν, έχουν ανάγκη ένα μηχανισμό που να προασπίζει τα συμφέροντά τους ή τα συμφέροντα τρίτων (π.χ. του κόμματος) ;

Καταλήγοντας, η άποψή μου είναι πως οποιοσδήποτε κομματικός συνδικαλισμός είναι όχι μόνο άχρηστος αλλά κι επικίνδυνος, αφού καθοδηγεί τις εξελίξεις εις βάρος των ανθρώπων που εκπροσωπεί και προφανώς προς όφελος των όσων αφανών κινούν τα νήματα.

Αλλά ας επιστρέψω και στο κείμενο του κ. Τσαλακωτού...


Πολλά έχουν γραφτεί τον τελευταίο καιρό για το έλλειμμα στους θεσμούς οικονομικής πολιτικής της Ε.Ε.
Οτι στην Ε.Ε., σε αντίθεση με το τι ισχύει σε άλλες νομισματικές ενώσεις, δεν υπάρχει ένας ισχυρός προϋπολογισμός όχι μόνο για λόγους σταθεροποίησης αλλά για να εκφραστεί έμπρακτα η αλληλεγγύη μεταξύ των ευρωπαϊκών λαών με την παροχή βοήθειας στις περιοχές που πλήττονται περισσότερο από μια ύφεση. Οτι δεν υπάρχει μια ενεργός δημοσιονομική πολιτική στο επίπεδο της Ε.Ε. που θα μπορούσε να πάρει υπόψη τις οικονομικές συνθήκες που επικρατούν σε ολόκληρη την Ενωση. Οτι η ΕΚΤ ασχολείται μόνο με τον πληθωρισμό και όχι τις ανάγκες της πραγματικής οικονομίας.

Είναι λογικό στην παρούσα φάση να έχει κάπως ξεχαστεί το άλλο έλλειμμα της Ε.Ε. που έχει να κάνει με τη δημοκρατία. Μόνο που αυτά τα δύο ελλείμματα συνδέονται άμεσα.

Να ξεκαθαρίσουμε πρώτα από όλα ότι το δημοκρατικό έλλειμμα δεν έχει να κάνει με την επιβολή οικονομικής πολιτικής από τις αγορές, από τους οίκους αξιολόγησης, από τις διάφορες επιτροπές της Ε.Ε. ή του ΔΝΤ. Αυτά που ακούγονται, για παράδειγμα περί κατοχής της Ελλάδας, απέχουν πολύ από την πραγματικότητα. Οι διάφορες συνθήκες, όπως το Σύμφωνο Σταθερότητας, ή ο ρόλος διαιτησίας των χρηματαγορών, δεν συνιστούν επιβολή γιατί έχουν συνομολογηθεί και προαποφασιστεί οικειοθελώς τα τελευταία είκοσι χρόνια από τις δυνάμεις της κεντροαριστεράς και της κεντροδεξιάς.

Αποτέλεσαν συστατικά στοιχεία της νεοφιλελεύθερης διακυβέρνησης. Οπως συστατικά στοιχεία αποτέλεσαν οι «ανεξάρτητες» αρχές, η υποβάθμιση των συνδικάτων, η λειτουργία της τοπικής αυτοδιοίκησης ως επιχειρήσεων που θα ανταγωνίζονται η μία την άλλη για την προσέλκυση δημόσιων πόρων και ιδιωτικών κεφαλαίων.

Στην κυρίαρχη άποψη η δημοκρατία αποτελεί μέρος του προβλήματος γιατί εμποδίζει την ευελιξία των αγορών. Η αγορά δουλεύει καλύτερα χωρίς τις παρεμβάσεις των κακών συνδικάτων και των κοινωνικών («συντεχνιακών») ομάδων, που ενδιαφέρονται μόνο για να μεγιστοποιήσουν το δικό τους μερίδιο της πίτας και όχι για την αύξηση της πίτας. Βέβαια, σε αυτή τη σύλληψη δεν ισχύει κάτι παρόμοιο για ισχυρές ομάδες πίεσης όπως οι τράπεζες, οι πολυεθνικές και το κεφάλαιο στο σύνολό του.

Κατά το νεοφιλελεύθερο σκεπτικό, αυτές οι ομάδες δεν συνιστούν συντεχνίες αλλά το δυναμικό κομμάτι της κοινωνίας, που τα συμφέροντά τους αντιπροσωπεύουν το συμφέρον όλης της κοινωνίας που δεν θα αργήσει να κερδίσει από τη χειραφέτηση των αγορών. Με αυτό τον τρόπο οι οικονομικοί θεσμοί της Ε.Ε. οικοδομήθηκαν με την υπόθεση ότι το βασικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Ενωση είναι ο πληθωρισμός και ότι δεν υπάρχει λόγος για θεσμούς που θα αντιμετώπιζαν την ύφεση.

Τώρα ξέρουμε αυτό που έπρεπε να ήταν γνωστό εκ των προτέρων, δηλ. ότι η καπιταλιστική οικονομία έχει μια εγγενή τάση για κρίσεις. Ξέρουμε, επίσης, ότι η οικονομία δεν είναι σταθερή, με την έννοια ότι δεν επιστρέφει με τις δικές τις δυνάμεις σε ισορροπία έπειτα από έναν κλυδωνισμό. Χρειάζεται σημαντικότατη στήριξη από το κράτος. Αλλά ακριβώς για αυτό το λόγο μπαίνει το θέμα της δημοκρατίας. Γιατί η επιστροφή σε κάποια ισορροπία μπορεί να πάρει πολλές μορφές, δεν υπάρχει, δηλαδή, μια μοναδική διαδρομή επιστροφής. Αντιθέτως υπάρχουν διαφορετικές διαδρομές, ή τροχιές ανάκαμψης, και η κάθε μία από αυτές με πολύ διαφορετικές συνέπειες για τις θέσεις εργασίας που δημιουργούνται, για το μερίδιο της εργασίας και του κεφαλαίου, για την αναδιανομή του εισοδήματος, για τον τύπο ανάπτυξης που προωθείται.

Ποιος αποφασίζει για όλα αυτά; Η μία απάντηση είναι οι διεθνείς αγορές. Κάθε φορά που οι αγορές κρίνουν ότι μια χώρα δίνει πολύ μεγάλη έμφαση στις θέσεις εργασίας ή στη στήριξη των εισοδημάτων των λαϊκών τάξεων, οι αγορές πωλούν τα κρατικά ομόλογα της χώρας με αποτέλεσμα οι τιμές των ομολόγων να πέφτουν και τα επιτόκια να ανεβαίνουν. Οι αγορές αυξάνουν το κόστος συγκεκριμένων λύσεων - έτσι λειτουργεί ο μηχανισμός πειθάρχησης των αγορών. Οπως λέει και ο Chomsky, στις σύγχρονες καπιταλιστικές οικονομίες οι χρηματαγορές «ψηφίζουν» αμέτρητες φορές κάθε μέρα ενώ εμείς οι υπόλοιποι μία φορά στα τέσσερα χρόνια. Αυτός ο μηχανισμός πειθάρχησης θα είχε μια στοιχειώδη νομιμοποίηση αν όντως υπήρχε μια μοναδική τροχιά ανάκαμψης. Αλλά κάτι τέτοιο απλώς δεν ισχύει.

Στην οικονομική κρίση της δεκαετίας του εβδομήντα οι νεοφιλελεύθεροι επιχειρηματολόγησαν κατά της δημοκρατίας. Η κρίση κερδοφορίας εκείνης της εποχής αποδόθηκε στις κοινωνικές ομάδες που πίεζαν υπέρ των κοινωνικών παροχών και του κοινωνικού κράτους γενικότερα, και στο ρόλο διαμεσολάβησης που είχαν τα συνδικάτα στη διαμόρφωση μακροοικονομικής πολιτικής.

Η υπόσχεσή τους ήταν ότι με λιγότερη πίεση, και με λιγότερη διαμεσολάβηση, η χειραφετημένη αγορά θα μας οδηγούσε σε μια νέα περίοδο οικονομικής ευημερίας. Αυτή είναι η μεγάλη υπόσχεση που διαψεύστηκε σε δύο επίπεδα. Από τη μία, δεν οδηγηθήκαμε στη μακροοικονομική σταθερότητα, και από την άλλη, στο μικροοικονομικό επίπεδο, η αγορά δεν εξασφάλισε ότι οι οικονομικοί πόροι θα πάνε εκεί που έπρεπε. Αντί για επενδύσεις στην πραγματική οικονομία και την εξυπηρέτηση των κοινωνικών αναγκών, είχαμε την τροφοδότηση διαφόρων φούσκων, στα χρηματιστήρια, στις αγορές ακινήτων, στα νέα χρηματοπιστωτικά προϊόντα.

Η απάντηση στην κρίση του εβδομήντα έπρεπε να ήταν όχι η χειραφέτηση της αγοράς αλλά, αντιθέτως, η εμβάθυνση της δημοκρατίας και της κοινωνικής διαμεσολάβησης, και η κοινωνικοποίηση των επενδύσεων. Οι δυνάμεις του κόσμου της εργασίας πρέπει να ξαναβρούν το νήμα από αυτό το σημείο. Δεν φτάνει μόνο η προώθηση διαφορετικών οικονομικών πολιτικών και θεσμών στο επίπεδο του κράτους και της Ε.Ε. Χωρίς το λαϊκό στοιχείο, χωρίς την άμεση πίεση των συνδικάτων και των κινημάτων, οι διαφορετικοί θεσμοί μπορεί να εξελιχθούν σε νεκρό γράμμα.

Πριν από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο η σοσιαλδημοκρατία στηρίχτηκε στο εγχείρημα της επέκτασης της δημοκρατίας από το πολιτικό στο κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο. Είναι η ώρα η σύγχρονη αριστερά να ξαναδιατυπώσει την αρχή ότι η δημοκρατία είναι μέρος της λύσης.


Δείτε περισσότερα από τον Ευκλείδη Τσαλακωτό

Socializer Widget By Blogger Yard
SOCIALIZE IT →
FOLLOW US →
SHARE IT →

2 σχόλιο(α):

Ανώνυμος είπε...

Οτι έχει αντικείμενο μεγαλώνει.
Οτι μεγαλώνει οργανώνεται.
Οτι οργανώνεται χειραγωγείται...

Δυστυχώς

Αντίστοιχο θέμα έχουμε σε κάθε κομματική έκφραση (νεολαίες κλπ)

ESKARINA είπε...

Η έκφραση "δεν μπορείς να είσαι υπηρέτης δύο αφεντάδων" ή "δύο καρπούζια σε μια μασχάλη δεν κρατιούνται" είναι νομίζω ο ορισμός της σύγκρουσης συμφερόντων στην προκειμένη περίπτωση.
Οι κομματικοί συνδικαλιστές όμως δεν διορίστηκαν από την κακιά νεράιδα, αντίθετα τους ψήφισαν οι εργαζόμενοι.
Πιστεύω ότι ο συνδικαλισμός είναι θετικός διότι πολλαπλασιάζει τη δύναμη των υποκειμένων, όχι όμως όταν χρησιμοποιούνται λάθος κριτήρια και γίνονται λάθος επιλογές.